πονεντομαΐστρος

πονεντομαΐστρος
ο
βορειοδυτικός άνεμος.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • πονεντομαΐστρος — και μπουνεντομαΐστρος, ο, Ν 1. δυτικός, βορειοδυτικός άνεμος, αλλ. σκιρωνοζέφυρος 2. η διεύθυνση από την οποία πνέει ο πονεντομαΐστρος. [ΕΤΥΜΟΛ. < πονέντες + μαΐστρος «βορειοδυτικός άνεμος»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”